- συναγρίς
- συναγρίς, ίδος, ἡ, aA sea-fish, Epich.69 (v.l. συαγρ-), Arist.HA505a15, 506b16.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
συναγρίς — sea fish fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συναγρίδα — συναγρίς sea fish fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συναγρίδας — συναγρίς sea fish fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συναγρίδες — συναγρίς sea fish fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συναγρίδος — συναγρίς sea fish fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συναγρίδα — (dentex dentex). Τελεόστεο ψάρι της οικογένειας των Σπαριδών, της τάξης των περκόμορφων. Έχει μακρουλό και ισχυρό σώμα, πεπιεσμένο στα πλευρά· η ράχη έχει χρώμα γαλάζιο, ενώ τα πλευρά και η κοιλιά είναι άσπρα αργυρόχρωμα. Το κεφάλι, μάλλον μεγάλο … Dictionary of Greek